Υπάρχει το θάρρος της γνώμης και το θράσος της ηλιθιότητας. Αυτά τα
δύο δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Όπως και οι δηλώσεις του Σαμαρά,
του Γεωργιάδη, της Βούλτεψη ή του Βενιζέλου δεν έχουν κάποια σχέση με το
θάρρος της γνώμης. Η εκ του ασφαλούς και νομοθετημένη ατιμωρησία
ουδέποτε είχε σχέση με θάρρος.
Θα επανέλθω σε αυτούς. Άλλο θέμα. Ο Σταμάτης Κραουνάκης σε πρόσφατη
συνέντευξή του μίλησε για την τηλεόραση και το διαδίκτυο τα οποία «αν
δεν υπήρχαν θα είχαμε βγει στο δρόμο με τα… ξύλα», για τη «θλίψη που
επιφέρει η… απάθεια των ανθρώπων που υποφέρουν», για τα «βαμμένα
νυχάκια, like, καλοκαιράκι κ.λ.π.», των νέων ανθρώπων στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης….
Σε πρώτη ανάγνωση, λες «δίκιο έχει». Όμως, στην περίοδο της Χούντας
υπήρχε άλλη τηλεόραση πλην της ΥΕΝΕΔ; Υπήρχε διαδίκτυο; Υπήρχαν μέσα
κοινωνικής δικτύωσης; Κι όμως, επί 7 χρόνια ελάχιστοι είχαν βγει στους
δρόμους με τις πέτρες. Οι πολλοί έπιναν βερμούτ σε πάρτυ, κεντούσαν με
το βελονάκι και πήγαιναν στις γυμναστικές επιδείξεις με σήμα το πουλί.
Βέβαια εκείνη την εποχή όλοι οι «καλοί και φιλήσυχοι πολίτες» είχαν
ένα ή και περισσότερα κομμάτια ψωμί. Όλο το φιλοχουντικό σκυλολόι σε
αυτό το επιχείρημα καταλήγει όταν υπερασπίζεται τη Χούντα. Στο ότι
«είδαμε λεφτά στα χέρια μας». Α ναι, και στο «ότι κοιμόμασταν με
ξεκλείδωτες πόρτες». Εκείνα τα 7 χρόνια στάθηκαν ικανά να αποδείξουν ότι
χωρίς «τηλεόραση και μέσα κοινωνικής δικτύωσης», η πλειοψηφία κοιτούσε
την πάρτη της και είχε χεσμένα όλα τα υπόλοιπα.
Έμεινε κι ένα ακόμη συμπέρασμα από τότε. Ότι μία δεκάδα αμόρφωτων και
ηλίθιων στρατόκαυλων που μιλούσαν σπαστά την καθαρεύουσα επιβλήθηκαν σε
ένα ολόκληρο λαό. Επανέρχομαι στην παρουσία του Σαμαρά, του Γεωργιάδη,
της Βούλτεψη και του Βενιζέλου. Διαθέτουν λόγο γεμάτο εξωπραγματικές
μπαρούφες, φτηνές σοφιστείες και άθλιας ποιότητας ψέματα με το κιλό.
Το ότι «δεν βγαίνουμε στο δρόμο με τα ξύλα» δεν οφείλεται ούτε στην
τηλεόραση, ούτε στα social media. Οφείλεται στο ότι ακόμη παρτάκηδες
είμαστε. Ούτε συλλογική συνείδηση αλληλεγγύης υπάρχει, ούτε ειλικρινές
ενδιαφέρον για τα πέραν του κώλου μας. Εντάξει, στεναχωριόμαστε όταν
απολυθεί ο συνάδελφος, ο φίλος, ο γείτονας, αλλά το λυτρωτικό «ουφ» που
δεν έτυχε σε εμάς το κακό, υπερισχύει. Ακόμη και η απίστευτα μικρή
συμμετοχή σε απεργιακές κινητοποιήσεις, ουσιαστικά οφείλεται στο να μη
χαθεί το μεροκάματο.
Τα social media, που λέτε, όχι μόνο δεν έκαναν κακό, αλλά βοήθησαν
στο να συνειδητοποιήσουμε κάτι ακόμη. Ότι μας αρέσει να είναι ηλίθιοι οι
εξουσιαστές ώστε μπροστά τους να μπορούμε να φαινόμαστε έξυπνοι!
Ατακαδόροι! Γνώστες! Μάγκες! Αλλά στην ουσία είμαστε τσου ρε Λάκη.
Ανθρώπους που έχουν κυριευτεί από το θράσος της ηλιθιότητας και έτυχε να
κατέχουν βουλευτικό ή άλλο αξίωμα, τρέχουμε στα social media να τους
«την πούμε», να τους «κράξουμε», να τους «ξεφτιλίσουμε», να τους
«κοντράρουμε».
Όμως στην πραγματικότητα μάγκες τους κάνουμε. Ναι, έχει μία
διεστραμμένη γοητεία το να μπαίνει σε συζήτηση μαζί σου ο υπουργός ή το
κάθε κυβερνολαμόγιο. Σε κάνεις να νομίζεις ότι η ατάκα σου είχε αυτό το
«κάτι» που τον έκανε να σου απαντήσει ή να σε σχολιάσει. Και αυτό
ακριβώς θέλει εκείνος, βέβαια. Να σε κρατήσει καθηλωμένο σε αυτή την εξ
αποστάσεως επαφή. Και το πετυχαίνει μια χαρά με αντάλλαγμα μία ανούσια
απάντηση σε κάποιο σχόλιό σου.
Τέλος, η τηλεόραση και τα ραδιόφωνα έκαναν επίσης καλό. Απέδειξαν τη
νοσηρότητά μας. Όποιος πολιτικός ξεστομίσει την προκλητικότερη δήλωση
που γέννησε το θράσος της ηλιθιότητάς του, την επόμενη ημέρα δεν
προλαβαίνει να δέχεται προσκλήσεις για τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές
συνεντεύξεις. Είναι το κοινό που τους ζητάει. Για να τους βρίζει. Και
αυτό ακριβώς θέλει εκείνος, βέβαια. Να σε κρατήσει καθηλωμένο σε αυτό το
εξ αποστάσεως βρίσιμο. Και το πετυχαίνει μια χαρά. Παρτάκηδες, ιδανικά
αφελείς και φυγόπονοι. Είμαστε. Γι’ αυτό και υπάρχουν ακόμη ο Σαμαράς, ο
Γεωργιάδης, η Βούλτεψη και ο Βενιζέλος. Δίχως αυτούς ίσως να
ανακαλύπταμε πως δεν είμαστε τόσο έξυπνοι όσο μας αρέσει να νομίζουμε.
Και κάτι τέτοιο θα έβλαπτε τον εγωισμό μας.
πηγή
http://kartesios.com