Σάββατο 6 Αυγούστου 2022

Αποζημίωση από εργατικό ατύχημα δημοσίου υπαλλήλου – Όλα όσα πρέπει να γνωρίζεις-Μαριάννα Κατσιάδα – Καρούζου

 

Οι προϋποθέσεις θεμελίωσης μιας τέτοιας ευθύνης του Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον.

 


Ο δημόσιος υπάλληλος που κατά τη διάρκεια της εργασίας του υποστεί ατύχημα, δε μένει νομικά άοπλος, και αναποζημίωτος απέναντι στη Δημόσια Υπηρεσία του. Αντιθέτως, επί τη νομική βάση του άρθρου 105 επ. ΕισΝΑΚ, δικαιούται υπό προϋποθέσεις να θεμελιώσει, αίτημα χρηματικής αποκατάστασης, είτε για την υλική ζημία που υπέστη, η οποία περιλαμβάνει τα νοσήλια, τα έξοδα αποκατάστασης, τα έξοδα φαρμακευτικής αγωγής, αλλά και την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης του. Σε περίπτωση δε, θανάτου του, η απαίτηση του θανόντος δημοσίου υπαλλήλου, γεννάται στο πρόσωπο της συζύγου και των τέκνων του, είτε στην περίπτωση, που τυγχάνει άγαμος και άτεκνος, στους γονείς του. Η απαίτηση των επιζώντων στενών συγγενών του, περιλαμβάνει την αποκατάσταση της ψυχικής οδύνης, που υπέστησαν από το θάνατου του, ενώ δύνανται να αναζητήσουν ως αποζημίωση ένα ποσό διατροφής, που δικαιούταν τα πρόσωπα αυτά από τον εκλιπών,  όπως τα ανήλικα τέκνα του, ή η χήρα άνεργη σύζυγος, η οποία μπορεί να επιδικασθεί είτε ως εφάπαξ ποσό από το δικαστήριο, είτε ως περιοδική καταβολή.

Οι προϋποθέσεις θεμελίωσης μιας τέτοιας ευθύνης του Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον.

Αρχικά, απαιτείται να υφίσταται μια α) παράνομη πράξη, παράλειψη διοικητικής πράξης, β) είτε υλικής ενέργειας από το δημόσιο όργανο. Τέτοια παραδείγματα είναι η παράνομη άρνηση της Διοίκησης να μετατάξει για σοβαρούς λόγους υγείας υπάλληλό της, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί η κατάσταση της υγείας του, η συνεχής παράνομη άρνηση της διοίκησης να χορηγήσει νόμιμη άδεια σε υπάλληλο που πάσχει από δυσίατο νόσημα, ώστε εκείνος να λάβει την απαιτούμενη ιατρικοφαρμακευτική φροντίδα, με αποτέλεσμα την σοβαρή υποτροπή της υγείας του, η παράνομη μετακίνηση του υπαλλήλου σε άλλη οργανική θέση, άλλης περιοχής, χωρίς να ληφθούν υπόψη τόσο η οικογενειακή κατάσταση του, όσο και το χρόνιο καρδιακό του πρόβλημα, με αποτέλεσμα λόγω των συνεχών μετακινήσεων, και της στρεσογόνου κατάστασης, να υποστεί καρδιακό επεισόδιο, την παράνομη απόρριψη της διοίκησης, αιτήματος καθηγητή να απαλλαγεί από το διδακτικό έργο λόγω αναπηρίας, με αποτελέσμα να καταρρεύσει κατά τη διδασκαλία, η παράνομη παράλειψη της διοίκησης, να προμηθεύσει τον υπάλληλό της με τα κατάλληλα και απαραίτητα υλικοτεχικά μέσα, όπως κράνος, ζώνη ασφαλείας, ασύρματος, αλεξίσφαιρό κ.α. , που αν ο υπάλληλος τα διέθετε θα μπορούσε να αποτραπεί είτε το εκτεταμένο ατύχημα, είτε ο ίδιος ο θάνατός του.

Ακόμα απαραίτητο στοιχείο είναι η ζημία του υπαλλήλου, με άλλα λόγια, απαιτείται ο υπάλληλος, να υφίσταται μια βλάβη σώματος, υγείας, σωματικής ή ψυχικής. Ενώ η παράνομη δράση ή παράλειψη της δημόσιας υπηρεσίας, να συνδέεται αιτιωδώς με την υφιστάμενη βλάβη. Δηλαδή, αν δεν πραγματώνοντας η παρανομία της διοίκησης, με τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, δεν θα λάμβανε χώρα και το ατύχημα.

Μεγάλο προβληματισμό, δημιουργεί το ερώτημα αν το ατύχημα, υπό την έννοια της βλάβης σώματος- υγείας- ζωής, πρέπει να το υποστεί ο υπάλληλος κατά την άσκηση των καθηκόντων του, και πως προσδιορίζεται χρονικά αυτό το διάστημα. Για παράδειγμα, ο υπάλληλος, υπέστη την παρανομία κατά τη διάρκεια της εργασίας του αλλά κατέληξε όταν μετέβη στην οικία του, ή αφού πέρασε την εξώπορτα της υπηρεσίας του. Η πιο ορθή προσέγγιση είναι να θεωρήσουμε αρχικά ότι ο χρόνος  που συμβαίνει το ατύχημα για να θεωρηθεί εργατικό, δεν περιχαρακώνεται αυστηρά στο οκτάωρο της εργασίας του, αλλά εργατικό ατύχημα θεωρείται και πλέον του οκταώρου σε περίπτωση υπερωρίας. Όσον αφορά τον τόπο του ατυχήματος, γίνεται δεκτό, ότι το κρίσιμο δεν είναι πότε επήλθε ολοκληρωτικά το ζημιογόνο αποτέλεσμα της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς , με άλλα λόγια πότε τελειώθηκε και εκδηλώθηκε πλήρως το αποτέλεσμα του ατυχήματος (πχ στο σπίτι του, ή στο νοσοκομείο, ή κατά τη συγκομιδή του στην κλινική), αλλά πότε έλαβε χώρα η παρανομία.

Επιπλέον, κρίσιμη προϋπόθεση είναι, το ατύχημα να συνδέεται με την άσκηση των υπηρεσιακών καθηκόντων του. Για να καταστεί σαφές, αναφέρεται ότι  η περίπτωση του  δασοφύλακα, στο οποίον η υπηρεσία δεν είχε προσφέρει τον κατάλληλο εξοπλισμό, (φακό, ειδικό ρουχισμό, ασύρματο, κράνος), με αποτέλεσμα κατά την περιπολία του, διαπίστωσε δένδρο το οποίο είχε κλείσει δασικό δρόμο, ενώ στην προσπάθειά του να τον αποφράξει, τον πλάκωσε ένα κλαδί και πέθανε, κρίθηκε από το δικαστήριο ως εργατικό ατύχημα. Μάλιστα, τα υπηρεσιακά καθήκοντα, δεν προκύπτουν πάντα και εξαντλητικά από τη σύμβαση εργασίας, η οποία μπορεί να εμπεριέχει ένα γενικό πλαίσιο αρμοδιοτήτων.

Ακόμα αξίζει να αναφερθεί, ότι έχει  γίνει δεκτό από ισχυρή μερίδα της νομικής θεωρίας και νομολογίας, ότι, η αδιαφορία της υπηρεσίας , η οποία αν και ο υπάλληλός της, δεν έχει εμφανιστεί μετά τη λήξη του ωραρίου του (καθώς έχει υποστεί το ατύχημα), δεν τον αναζήτησε, αντιστρατεύεται και θίγει την αρχή της καλή πίστης, και θεωρείται ως παράνομη παράλειψη υλικής ενέργειας, κατά την άνω έννοια .

Τέλος, επισημαίνεται, ότι, δεν δύναται να αποτελέσει επιχείρημα της δημόσιας υπηρεσίας, ότι επέδειξε τη δέουσα και οφειλόμενη επιμέλεια, ικανό να καταρρίψει το αίτημα του υπαλλήλου ή της οικογένειάς του για αποζημίωση, καθώς το Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ ευθύνονται αντικειμενικά για την παράνομη δράση τους. Η έννοια της αντικειμενικότητας σημαίνει ότι δεν απαιτείται, και εν τέλει δεν απασχολεί νομικά το αρμόδιο δικαστήριο αν υπήρξε υπαιτιότητα, αμέλεια, δόλος, από τη μεριά του δημοσίου οργάνου. Εκείνο που απαιτείται για την θεμελίωση αποζημιωτικής ευθύνης, είναι μόνον η παρανομία και όχι το “σφάλμα” της Διοίκησης, η τεκμηρίωση δηλαδή του πταίσματός της.

* Της Δικηγόρου – Δημοσιολόγου, Μαριάννας Κατσιάδα – Καρούζου

Πηγή: dikigorosergatologos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου