Σκυφτά περνώ
απ’ το παράθυρο μπροστά το φωτεινό
και από μέσα μου σφυρίζω – τραγουδώ
άλλη μια νύχτα στα σκοτάδια τριγυρνώ.
Σκυφτά περνώ
μ’ ένα τριαντάφυλλο στο χέρι και γελώ
αφού ποτέ δεν τα παράτησα εγώ
πως περιμένεις τώρα να παραδοθώ.
Σφιχτά κρατώ την περηφάνια μου
που είχα από παιδί
και δεν μπορώ να καταλάβω δηλαδή
πως σβήσαν όλα, πως χαθήκαν και γιατί.
Πως να μου βάλεις τα βραχιόλια στο λαιμό
και πως να με έχεις όλη μέρα κάτσε – σήκω
εγώ στα μάτια τον κοιτάζω τον Θεό
εγώ να ξέρεις σε κανέναν δεν ανήκω.
Πως να γουστάρω έναν γκρίζο ουρανό
αφού έχω μάθει να κυλιέμαι στην λιακάδα
εγώ γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω για την Ελλάδα.
Πως να γουστάρω έναν γκρίζο ουρανό
αφού έχω μάθει να κυλιέμαι στην λιακάδα
εγώ γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω για την Ελλάδα.
Σκυφτά περνώ
από το φράχτη μες του χρόνου το κενό
να ταξιδέψω πάλι πίσω προσπαθώ
για όσα γίνανε ποιος έφταιξε να βρω.
Παραμιλώ, νομίζω έφτασε η στιγμή να σηκωθώ
να καταστρέψω αυτό που μ’ άφησε μισό
και από το χρώμα σου ξανά θα κρατηθώ.
Σφιχτά κρατώ την περηφάνια μου
που είχα από παιδί
και δεν μπορώ να καταλάβω δηλαδή
πως σβήσαν όλα, πως χαθήκαν και γιατι.
Πως να μου βάλεις τα βραχιόλια στο λαιμό
και πως να με έχεις όλη μέρα κάτσε – σήκω
εγώ στα μάτια τον κοιτάζω τον Θεό
εγώ να ξέρεις σε κανέναν δεν ανήκω.
Πως να γουστάρω έναν γκρίζο ουρανό
αφού έχω μάθει να κυλιέμαι στην λιακάδα
εγώ γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω για την Ελλάδα.
Πως να γουστάρω έναν γκρίζο ουρανό
αφού έχω μάθει να κυλιέμαι στην λιακάδα
εγώ γεννήθηκα, μεγάλωσα και ζω για την Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου