«Κein pardon» (Δεν υπάρχει συγγνώμη)
Η επιγραφή κρεμασμένη ψηλά στον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης Μανχάιμ,
απειλούσε όσους θα τολμούσαν να μπουν στο τρένο, χωρίς να επικυρώσουν το
εισιτήριό τους. Ούτε «παρακαλείσθε να επικυρώσετε» ούτε τίποτε. Μόνο η
ξερή προειδοποίηση που θα ταίριαζε περισσότερο στην πρόσοψη στρατοπέδου
συγκέντρωσης. Δύο λέξεις μοναχά σαν βήχας πνιχτός, σαν στρίγκλισμα
σκουριασμένης γκαραζόπορτας, σαν εκδήλωση ερωτισμού στα γερμανικά.
«Kein pardon».
Τουτέστιν, δεν υπάρχει λύπηση ή συγγνώμη! Μόνο τιμωρία. Δεν υπάρχουν
ελαφρυντικά, ούτε συγγνωστή αμέλεια, ούτε πλάνη, ούτε επιείκεια. Μοναχά η
ποινή, ο πέλεκυς, το τσεκούρι, με το οποίο ζούσαν ζωσμένοι οι πρόγονοι
των σημερινών Γερμανών μέσα στα σκοτεινά δάση τους.
Θα πει κάποιος πως είναι θεμιτό το κράτος να προειδοποιεί και να
υπενθυμίζει στους πολίτες τις υποχρεώσεις τους. Έτσι γίνεται παντού.
Πουθενά, όμως, δεν υπάρχει αυτό το «kein pardon». Για να το ξεστομίσεις,
πρέπει να έχεις προπονηθεί πάνω σε πτυελοδοχείο ή να έχεις μάθει τα
γερμανικά.
Κοντολογίς, όποιος συλλαμβάνεται, τιμωρείται αυστηρά. Κι ας έχουν πει
κάποιοι μεγάλοι Γερμανοί νομικοί πως η επιείκεια είναι η αντανάκλαση της
ιδέας της δικαιοσύνης. Μόνο η τιμωρία σώζει! Το διακηρύσσει η
προτεσταντική ηθική και η ταμπέλα στον σταθμό της γερμανικής πόλης
Μανχάιμ. Κάτι ανάλογο ξεφώνιζαν κάποιες άλλες ταμπέλες στα στρατόπεδα
του Νταχάου, του Μπέλσεν, του Μπιρκενάου, του Άουσβιτς .
Για τους Γερμανούς, ο πλησίον είναι μόνο ο κρατούμενος ή, έστω,
το θύμα του επαγγέλματος στο οποίο οι ίδιοι και οι Άγγλοι διέπρεψαν ανταγωνιζόμενοι. Του τοκογλύφου.
«Kein pardon».
Δεν γλιτώνεις. Η παραβίαση της ευταξίας στη χώρα των Γότθων έχει ως
συνέπεια τη σύλληψή σου για τα περαιτέρω. Είναι γνωστό πως η υπακοή
είναι το πρώτο μέλημα για τον Γερμανό, όπως η κλεψιά για τον Γύφτο, η
κακότητα για τον Τούρκο και η σαχλαμάρα, δυστυχώς, για τον Έλληνα.
Στη Γερμανία, αν σε τσιμπήσουν να παρανομείς, κατά το κοινώς λεγόμενο,
την έβαψες. Εκεί δεν ανέχονται τις εκτροπές, εξαιρουμένων, φυσικά, των
απλών παραβάσεων, όπως είναι η ενεργητική και παθητική δωροδοκία από
τις γερμανικές πολυεθνικές προς τρίτους, οι μίζες, η κρατική και
τραπεζική τοκογλυφία και γενικώς τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Οι
Γερμανοί έχουν επίσης μια παροιμιώδη ανεκτικότητα στην ελεύθερη έκφραση
της σεξουαλικότητας, προς τούτο έχουν φυτέψει στη χώρα τους ειδικά
μπουρδέλα που ικανοποιούν την ακμάζουσα τάση τους προς την κτηνοβασία.
Ακόμη είναι -και το αξίζουν- οι πρώτοι πελάτες της διεθνούς παιδεραστίας
στις δυστυχισμένες χώρες της Ανατολής, εκεί που ο ιμπεριαλισμός και η
μαφία επενδύουν για τον σκοπό αυτόν τεράστια κεφάλαια.
Επομένως, νομιμοποιούνται να σου φωνάξουν με την «ευγένεια» ενός κροκοδείλου:
«Kein pardon».
Στη Γερμανία, αν δεν σε πιάσουν «στα πράσα», θα σε καρφώσει ο γείτονας, ο
φίλος ή ακόμα και η γκόμενα. Φίλος δικηγόρος, με σπουδές στην Πολιτική
Δικονομία στο Μόναχο, μου διηγήθηκε πως έκοψε ένα λουλούδι από δημοτικό
πάρκο και το χάρισε στη Γερμανίδα φίλη του. Την επομένη, του ήρθε το
πρόστιμο. Τον είχε καταδώσει η ίδια!
«Kein pardon».
Άλλος φίλος, σπουδαίος σήμερα μαθηματικός, φοιτητής τότε, ταξίδευε
σιδηροδρομικώς από τη Δανία προς τη Γερμανία. Στον έλεγχο, βρέθηκε το
εισιτήριό του σε αταξία. Αμέσως το τρένο σταμάτησε στη χιονισμένη ερημιά
και ο ελεγκτής του ζήτησε να πληρώσει την αξία του εισιτηρίου. Δεν
είχε. Τότε, η πόρτα άνοιξε και με σκαιό ύφος του ζήτησε να κατεβεί από
το τρένο. Εκεί, στο πουθενά μέσα στη νύχτα! Ο φίλος αντιστάθηκε, το
τρένο καθυστερούσε. Ένας καλοντυμένος Γερμανός προσφέρθηκε να πληρώσει
κι έτσι το επεισόδιο έληξε. Όταν τον ευχαρίστησε, ο άλλος του είπε πως
το έκανε αποκλειστικά και μόνο γιατί βιαζόταν! Αν, δηλαδή, δεν
βιαζόταν, ο νεαρός θα κατέληγε κατεψυγμένος ή τροφή στην κοιλιά των
λύκων!
«Kein pardon».
Παρά ταύτα οι «φίλοι μας οι Γερμανοί» έχουν προφορικώς ψελλίσει κάτι
ανοησίες για συγγνώμη. Ως εραστές της Ελλάδος υποτίθεται, ταξιδιώτες,
αρχαιοκάπηλοι, συγγραφείς, ιστορικοί, απλοί πολίτες. Άπαντες με το
θράσος του ρινόκερου σαν να μη συνέβη τίποτα. Σαν να ήταν οι κακουργίες
τους απλά φυσικά φαινόμενα όπως το χαλάζι και η βροχή.
13-12-1943, Καλάβρυτα. Ερήμωση, σφαγή, πυρκαγιά. Ο χρόνος σταμάτησε ! Το
ρολόι της Εκκλησίας σταμάτησε! Όταν εκείνο το ρολόι αρνείται να
ξεχάσει, πώς μπορώ να ξεχάσω εγώ;
Με ποιό δικαίωμα θα λησμονήσω;
Πώς νομιμοποιούμαι να ξεχάσω το πρόσωπο της χαροκαμένης μάνας των
Καλαβρύτων, ενώ σπαράζει μουσκεύοντας το άδειο κρανίο του σκοτωμένου
παιδιού της και θα σπαράζει μπροστά στα μάτια μας μέχρι να διαλυθεί ο
χρόνος;
Ποιος είμαι εγώ που τολμώ να ξεχάσω;
Ποιος είμαι εγώ που θα ξεχάσω τον αιωνόβιο ρατσισμό, τον απεχθή
φασισμό τους, τον ιμπεριαλισμό τους (δεν είναι οι μόνοι), την
κατασυκοφάντηση της πατρίδας μου, την κακοήθειά τους;
Ποιος είμαι που θα αγνοήσω αυτά που πράττουν τώρα ξανά σε βάρος μας;
Δεν έχω την άδεια των απογόνων μου για να τους συγχωρήσω!
Δεν πρόλαβα να πάρω την άδεια των νεκρών μου για να συγχωρήσω!
Γι αυτό, στον σταθμό του τρένου της ψυχής, που οδηγεί βαθιά μέσα μου,
όσο ζω, θα μεταφράζεται στα γερμανικά η πινακίδα με την επιγραφή: «ΔΕΝ
ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΥΓΓΝΩΜΗ».
«KEIN PARDON».
Πηγή: presspublica.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου