Εχει ενδιαφέρον ο
τρόπος που οι μεγάλες επιδημίες κυριαρχούν στη σκέψη μας και προσφέρουν
ένα υπόδειγμα φόβου που δεν το συναντάμε για άλλες απειλές, όπως π.χ. η
κλιματική αλλαγή
Η μεγάλη επιδημία που σαρώνει τον πληθυσμό της γης είναι ένα από τα βασικά μοτίβα σε ταινίες τρόμου και ειδικά σε αυτές που έχουν ως θέμα την περιπλάνηση σε ένα «μετα-αποκαλυπτικό» τοπίο. Δεν είναι απλώς ότι το Χόλιγουντ γνωρίζει να εκμεταλλεύεται τους φόβους μας, είναι και ο τρόπος που η εικόνα της μεγάλης επιδημίας που θα έρθει από το πουθενά και θα καταστρέψει ό,τι θεωρούμε δεδομένο έχει αποτελέσει μια προσφιλή αποτύπωση μιας ιδιαίτερης εκδοχής φόβου που αναδύθηκε αρχικά στον 20ό αιώνα και αφορά το ενδεχόμενο της καθολικής καταστροφής. Φυσικά, δεν είναι το μόνο, αντίστοιχα κυριάρχησε στο συλλογικό μας φαντασιακό το ενδεχόμενο του πυρηνικού πολέμου αλλά και της μεγάλης οικολογικής καταστροφής ενώ από τη μεριά της η «εισβολή εξωγήινων» λειτούργησε, σε διάφορες παραλλαγές, ως αλληγορία για την αντιπαλότητα κοινωνικών συστημάτων που σφράγισε τον Ψυχρό Πόλεμο.
Βέβαια, οι επιδημίες πάντοτε συνόδευσαν την ανθρώπινη ιστορία, ασκώντας μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη των κοινωνιών και των πολιτισμών. Ουσιαστικά, μόνο στον 20ό αιώνα, με τη μαζική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης (καθαρό τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, κεντρική θέρμανση, καλύτερη διατροφή), τη γενίκευση των εμβολιασμών και την πρόοδο της ιατρικής, φάνηκε να ολοκληρώνεται η μετάβαση από την εποχή των επιδημιών στην εποχή των «ασθενειών της ευημερίας» (καρδιαγγειακά προβλήματα και νεοπλασίες), τουλάχιστον για τον «Παγκόσμιο Βορρά», γιατί σε πολλές περιοχές τα λοιμώδη νοσήματα συνέχισαν να είναι βασική αιτία θανάτου.
Ομως, έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που οι μεγάλες επιδημίες κυριαρχούν στη σκέψη μας και προσφέρουν ένα υπόδειγμα φόβου που δεν το συναντάμε για άλλες απειλές, όπως π.χ. η κλιματική αλλαγή. Εν μέρει έχει να κάνει με το γεγονός ότι η πρόοδος μας έκανε να θεωρούμε ιδιαιτέρως αδόκητο τον θάνατο από λοιμώδες νόσημα (που σε άλλες εποχές ήταν αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητας). Εν μέρει έχει να κάνει με ένα βαθύτερο συναίσθημα ανασφάλειας, μια διαρκή αγωνία για το εύθραυστο της ύπαρξης, της ευημερίας αλλά και της κοινωνικής συνοχής και της όποιας αλληλεγγύης. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα συνηθισμένα σεναριακά ευρήματα σε ταινίες με θέμα τις επιδημίες είναι η κατάρρευση κάθε έννοιας κοινωνικής συνοχής, κάθε αλληλεγγύης και ένα σχεδόν ανομικό κυνήγι της ατομικής επιβίωσης.
Αυτό δίνει και μια ιδιαίτερη διάσταση στον τρόπο που σχεδιάζεται και παρουσιάζεται η αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων για τη δημόσια υγεία. Τα σύγχρονα κράτη, πολύ πιο φειδωλά στην υπόσχεση πραγματικής ευημερίας, αναδιανομής και μείωσης των ανισοτήτων (παραμέτρων που γνωρίζουμε ότι έχουν θετική επίδραση στους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας) σε σχέση με παλαιότερα, αναγκαστικά αναδιπλώνονται στην προσφορά ασφάλειας, με πιο χαρακτηριστική ίσως την ευκολία με την οποία αναδιπλώνονται στη λογική της καραντίνας, παρότι γνωρίζουμε ότι τέτοια μέτρα απλώς καθυστερούν τους ρυθμούς μετάδοσης σε μια επιδημία, στοιχείο καθόλου ευκαταφρόνητο, αλλά όχι και το μόνο σημαντικό.
Την ίδια στιγμή υποτιμάται ότι η δύναμη μιας κοινωνίας που έρχεται αντιμέτωπη με τη δοκιμασία μιας επιδημίας είναι ακριβώς ο βαθμός συνοχής της. Γιατί αυτό είναι που θα τονώσει το αίσθημα ευθύνης (αυτό που επιβάλλει να τηρούμε κανόνες μη μετάδοσης, μια που αυτό που εμείς «περνάμε στο πόδι» μπορεί να είναι πολύ πιο επικίνδυνο για κάποιον άλλο) αλλά και της αλληλεγγύης, γιατί χωρίς ισχυρές κοινότητες πολλοί άνθρωποι θα βρεθούν απλώς αβοήθητοι.
πηγή https://www.in.gr/-
Η μεγάλη επιδημία που σαρώνει τον πληθυσμό της γης είναι ένα από τα βασικά μοτίβα σε ταινίες τρόμου και ειδικά σε αυτές που έχουν ως θέμα την περιπλάνηση σε ένα «μετα-αποκαλυπτικό» τοπίο. Δεν είναι απλώς ότι το Χόλιγουντ γνωρίζει να εκμεταλλεύεται τους φόβους μας, είναι και ο τρόπος που η εικόνα της μεγάλης επιδημίας που θα έρθει από το πουθενά και θα καταστρέψει ό,τι θεωρούμε δεδομένο έχει αποτελέσει μια προσφιλή αποτύπωση μιας ιδιαίτερης εκδοχής φόβου που αναδύθηκε αρχικά στον 20ό αιώνα και αφορά το ενδεχόμενο της καθολικής καταστροφής. Φυσικά, δεν είναι το μόνο, αντίστοιχα κυριάρχησε στο συλλογικό μας φαντασιακό το ενδεχόμενο του πυρηνικού πολέμου αλλά και της μεγάλης οικολογικής καταστροφής ενώ από τη μεριά της η «εισβολή εξωγήινων» λειτούργησε, σε διάφορες παραλλαγές, ως αλληγορία για την αντιπαλότητα κοινωνικών συστημάτων που σφράγισε τον Ψυχρό Πόλεμο.
Βέβαια, οι επιδημίες πάντοτε συνόδευσαν την ανθρώπινη ιστορία, ασκώντας μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη των κοινωνιών και των πολιτισμών. Ουσιαστικά, μόνο στον 20ό αιώνα, με τη μαζική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης (καθαρό τρεχούμενο νερό, ηλεκτρικό ρεύμα, κεντρική θέρμανση, καλύτερη διατροφή), τη γενίκευση των εμβολιασμών και την πρόοδο της ιατρικής, φάνηκε να ολοκληρώνεται η μετάβαση από την εποχή των επιδημιών στην εποχή των «ασθενειών της ευημερίας» (καρδιαγγειακά προβλήματα και νεοπλασίες), τουλάχιστον για τον «Παγκόσμιο Βορρά», γιατί σε πολλές περιοχές τα λοιμώδη νοσήματα συνέχισαν να είναι βασική αιτία θανάτου.
Ομως, έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που οι μεγάλες επιδημίες κυριαρχούν στη σκέψη μας και προσφέρουν ένα υπόδειγμα φόβου που δεν το συναντάμε για άλλες απειλές, όπως π.χ. η κλιματική αλλαγή. Εν μέρει έχει να κάνει με το γεγονός ότι η πρόοδος μας έκανε να θεωρούμε ιδιαιτέρως αδόκητο τον θάνατο από λοιμώδες νόσημα (που σε άλλες εποχές ήταν αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινότητας). Εν μέρει έχει να κάνει με ένα βαθύτερο συναίσθημα ανασφάλειας, μια διαρκή αγωνία για το εύθραυστο της ύπαρξης, της ευημερίας αλλά και της κοινωνικής συνοχής και της όποιας αλληλεγγύης. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα συνηθισμένα σεναριακά ευρήματα σε ταινίες με θέμα τις επιδημίες είναι η κατάρρευση κάθε έννοιας κοινωνικής συνοχής, κάθε αλληλεγγύης και ένα σχεδόν ανομικό κυνήγι της ατομικής επιβίωσης.
Αλλαγή λεξιλογίου
Την ίδια στιγμή, η πρόσληψη που έχουμε για τις επιδημίες απηχεί και τον τρόπο που αλλάζουν οι κοινωνίες και το ιδεολογικό πλαίσιο. Για χρόνια θεωρήθηκε δεδομένο ότι ο βαθμός νοσηρότητας και θνησιμότητας που είχαν επιδημίες του παρελθόντος ήταν αποτέλεσμα και παραγόντων όπως η φτώχεια, η κακή διατροφή, οι ανισότητες, οι συνολικά αρνητικές συνθήκες διαβίωσης. Σήμερα, εάν κανείς κοιτάξει τον κυρίαρχο λόγο, θα δει ότι το ζήτημα παρουσιάζεται κυρίως ως αποτροπή της επαφής του πληθυσμού με τον νοσογόνο παράγοντα, παραβλέποντας τις συνολικές συνθήκες, αλλά και τη γνώση που έχουμε ότι ένας πληθυσμός με καλό επίπεδο υγείας, καλή διατροφή, χαμηλά επίπεδα κοινωνικοοικονομικού στρες και ανασφάλειας και προφανώς η εύκολη πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας θα αντιδράσει καλύτερα σε μια ενδεχόμενη επιδημία. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και για θέματα όπως οι επιδημίες, όπως και για πολλές άλλες πτυχές της ζωής, κυριαρχεί το λεξιλόγιο της ασφάλειας, της αντιμετώπισης μιας απειλής, του ελέγχου ή του περιορισμού της, ή ότι συχνά τα πρωτόκολλα για την αντιμετώπιση επιδημιών εφάπτονται με αυτά για την αντιμετώπιση μιας κακόβουλης επίθεσης με βιολογικούς παράγοντες.Αυτό δίνει και μια ιδιαίτερη διάσταση στον τρόπο που σχεδιάζεται και παρουσιάζεται η αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων για τη δημόσια υγεία. Τα σύγχρονα κράτη, πολύ πιο φειδωλά στην υπόσχεση πραγματικής ευημερίας, αναδιανομής και μείωσης των ανισοτήτων (παραμέτρων που γνωρίζουμε ότι έχουν θετική επίδραση στους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας) σε σχέση με παλαιότερα, αναγκαστικά αναδιπλώνονται στην προσφορά ασφάλειας, με πιο χαρακτηριστική ίσως την ευκολία με την οποία αναδιπλώνονται στη λογική της καραντίνας, παρότι γνωρίζουμε ότι τέτοια μέτρα απλώς καθυστερούν τους ρυθμούς μετάδοσης σε μια επιδημία, στοιχείο καθόλου ευκαταφρόνητο, αλλά όχι και το μόνο σημαντικό.
Την ίδια στιγμή υποτιμάται ότι η δύναμη μιας κοινωνίας που έρχεται αντιμέτωπη με τη δοκιμασία μιας επιδημίας είναι ακριβώς ο βαθμός συνοχής της. Γιατί αυτό είναι που θα τονώσει το αίσθημα ευθύνης (αυτό που επιβάλλει να τηρούμε κανόνες μη μετάδοσης, μια που αυτό που εμείς «περνάμε στο πόδι» μπορεί να είναι πολύ πιο επικίνδυνο για κάποιον άλλο) αλλά και της αλληλεγγύης, γιατί χωρίς ισχυρές κοινότητες πολλοί άνθρωποι θα βρεθούν απλώς αβοήθητοι.
Η σημασία του δημόσιου συστήματος υγείας
Παρότι συνήθως αντιμετωπίστηκε συχνά από τις βασικές αιτίες «δημοσιονομικού εκτροχιασμού» αρκετών χωρών, το δημόσιο σύστημα υγείας αποτελεί την πρώτη γραμμή στην αντιμετώπιση μιας επιδημίας. Γιατί είναι τότε που θα αποδειχτεί ότι όντως είχαμε ανάγκη τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό που θεωρήθηκε «υπεράριθμο», τις κλίνες σε ΜΕΘ που αντιμετωπίστηκαν ως περιττό έξοδο, και φυσικά το εκτεταμένο δίκτυο πρωτοβάθμιας υγείας που είχε προσκρούσει στην ανάγκη δημιουργίας πλεονασμάτων.πηγή https://www.in.gr/-